Μελέτη του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας Αναδεικνύει την Ισχυρή Επίδραση της Λιγνιτικής Βιομηχανίας στην Οικονομία της Περιοχής
Μελέτη με τίτλο «Εκτίμηση του κόστους μετάβασης της Δυτικής Μακεδονίας σε καθεστώς χαμηλής λιγνιτικής παραγωγής» εκπόνησε το ΤΕΕ/τμ. Δυτικής Μακεδονίας (βλ. εδώτο πλήρες κείμενο). Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης, αποδεικνύεται και με μαθηματικό, μάλιστα, τρόπο η ισχυρή επίδραση της λιγνιτικής βιομηχανίας τόσο στην οικονομία όσο και στην αγορά εργασίας της Δυτικής Μακεδονίας.
«Μπορούμε να μιλάμε ξεκάθαρα για συνθήκες μονοκαλλιέργειας οι οποίες, χωρίς τη λήψη άμεσων μέτρων, θα εξελιχθούν σε μη αναστρέψιμη αναπτυξιακή παθογένεια για την ευρύτερη περιοχή», όπως σημειώνει σχετική ανακοίνωση του ΤΕΕ/τμ. Δυτικής Μακεδονίας, την οποία υπογράφει ο Πρόεδρος κ. Δημήτρης Μαυροματίδης
Ειδικότερα,το ΤΕΕ/τμ. Δυτικής Μακεδονίας στο πλαίσιο του ρόλου του να τεκμηριώνει με επιστημονικό τρόπο και να θέτει τις οριακές συνθήκες στα τεχνικο-οικονομικά προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία, αλλά και του θεσμικού του ρόλου ως Συμβούλου του Κράτους, κατήρτισε την παραπάνω μελέτη, τα βασικά συμπεράσματα της οποίας είναι:
«Για την περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας, η αξιοποίηση των λιγνιτικών αποθεμάτων αποκλειστικά σχεδόν στην ηλεκτροπαραγωγή, αποτέλεσε το βασικότερο και κυρίαρχο βιομηχανικό εγχείρημα των τελευταίων πέντε δεκαετιών. Η καθετοποιημένη βιομηχανία λιγνίτη, με αποκλειστικό σχεδόν πυλώνα τη ΔΕΗ, επέδρασε καταλυτικά και διαμόρφωσε με ισχυρό τρόπο την αναπτυξιακή πορεία της ευρύτερης περιοχής του ενεργειακού άξονα Αμυνταίου-Πτολεμαΐδας- Κοζάνης.
Οι επιπτώσεις αυτές, τόσο στον τομέα της απασχόλησης όσο και στον τομέα των εισοδημάτων, υπήρξαν διαχρονικά γνωστές με διαισθητικό και εμπειρικό τρόπο. Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας έγινε προσπάθεια στην κατεύθυνση της ποσοτικοποίησης και της τεκμηρίωσης των επιπτώσεων αυτών, χρησιμοποιώντας επιστημονικές μεθόδους και υπολογιστικές διαδικασίες ευρείας και κοινής αποδοχής.
Χρησιμοποιώντας ως βασικό εργαλείο τη μεθοδολογία των Εισροών-Εκροών (Ε-Ε) και το μαθηματικό υπόδειγμα Leontief, τα οποία μας επιτρέπουν τη σύγκριση των αποτελεσμάτων μας με αυτά άλλων χωρών και ανάλογων μελετών, καταλήξαμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Σε επίπεδο Δυτικής Μακεδονίας, οι πολλαπλασιαστές απασχόλησης και εισοδήματος που δημιουργεί η λιγνιτική βιομηχανία είναι ιδιαίτερα υψηλοί. Για κάθε μία θέση μόνιμου προσωπικού στα ορυχεία και στους σταθμούς παραγωγής, δημιουργούνται και συντηρούνται 3,28 θέσεις στην τοπική αγορά εργασίας. Για κάθε ένα ευρώ που δαπανά η ΔΕΗ ΑΕ σε μισθούς και εργολαβίες, προκύπτουν επαγωγικά, περισσότερα από τρία ευρώ στον κύκλο της τοπικής οικονομίας.
Επί συνόλου6.882 μόνιμων και εκτάκτων υπαλλήλων της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή μας, συντηρούνται συνολικά 22.573 θέσεις εργασίας σε επίπεδο Δυτικής Μακεδονίας. Τα 387 εκ. ευρώ που αποτελούν το καθαρό ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων στη ΔΕΗ ΑΕ αλλά και των κάθε είδους εργολαβιών και υπηρεσιών προς τα ορυχεία και τους σταθμούς παραγωγής, δημιουργούν πλούτο 1.198 εκ. ευρώ για το σύνολο της τοπικής οικονομίας. Πρακτικά, περισσότερο από το 25% του περιφερειακού ΑΕΠ προκύπτει μονοσήμαντα από τις παραγωγικές δραστηριότητες της βιομηχανίας λιγνίτη.
Για κάθε τόνο λιγνίτη που εξορύσσεται στη Δυτική Μακεδονία, η τοπική οικονομία κερδίζει συσσωρευτικά 23,81 ευρώ, ενώ για κάθε χίλιους τόνους λιγνίτη συντηρούνται 0,45θέσεις εργασίας.
Η απόσυρση300 MW λιγνιτικής ισχύος της περιοχή μας, θα στερήσει από την τοπική οικονομία83 εκ ευρώ ετησίως και θα προκαλέσει απώλεια 1559 θέσεων εργασίας και μάλιστα,κυρίως εκτός ΔΕΗ ΑΕ. Αν αποσυρθούν 2400 MW, χωρίς ισοδύναμα μέτρα στήριξης της τοπικής οικονομίας, τα μεγέθη είναι δυνατόν να αποδειχθούν εφιαλτικά και μη αναστρέψιμα για την περιοχή μας.
Η αντικατάσταση λιγνιτκής ισχύος με ισχύ προερχομένη από εισαγόμενο φυσικό αέριο,με τιμή αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών CO2 στα 10 ευρώ /τόνο, θα είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια 83 εκ. ευρώ ετησίως για τη Δυτική Μακεδονία και επιπλέον22,8 εκ. ευρώ ετήσιες απώλειες για την εθνική οικονομία.
Η συσσωρευτική αξία του λιγνίτη που εξορύχτηκε από το 1960 μέχρι το 2011,πρόσφερε στη Δυτική Μακεδονία συνολικό πλούτο της τάξης των 35 δισ. ευρώ. Η αξιοποίηση των λιγνιτικών αποθεμάτων που απομένουν, θα προσφέρουν συνολικά και μέχρι το 2054 οπότε και σχεδιάζεται η απόσυρση και της τελευταίας λιγνιτικής μονάδας της περιοχής μας, 20 δισ. ευρώ.
Οριακό και ιδιαίτερα κρίσιμο σημείο καμπής για την περιοχή μας εκτιμάται ότι θα αποτελέσει το 2021, οπότε και θα έχει απολεσθεί σημαντικό μέρος των θέσεων εργασίας και των εισοδημάτων που προέρχονται από τη λιγνιτική δραστηριότητα. Με άλλα λόγια,οι όποιες δράσεις η πολιτικές σχεδιάζονται για να στηρίξουν τη Μεταλλιγνιτική εποχή, πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και εφαρμογή στα επόμενα 7 χρόνια.Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι πρέπει να ξεκινήσουν ΣΗΜΕΡΑ».
Τέλος,η μελέτη σημειώνει ότι, σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, το σύνολο των λιγνιτών που εξορύχτηκαν από το 1960 μέχρι το 2009 στην περιοχή της Δ. Μακεδονίας,μετατράπηκε σε ηλεκτρική ενέργεια ίση με 562.000 GWh, απέτρεψε την εισαγωγή154.000.000 τόνων ισοδύναμου πετρελαίου και πρόσφερε στην εθνική οικονομία εξοικονόμηση συναλλάγματος 49,7 δις δολαρίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου